Ινδίες

Ινδίες
Γεωγραφικός όρος, σπάνια χρησιμοποιούμενος πλέον, ο οποίος υποδηλώνει δύο μεγάλες περιοχές, πολύ απομακρυσμένες μεταξύ τους: μία στη νοτιοανατολική Ασία, που ονομάζεται Ανατολικές Ινδίες, και μία στην Κεντρική Αμερική, που ονομάζεται Δυτικές Ινδίες. Η ονομασία της τελευταίας περιοχής οφείλεται στην εσφαλμένη αντίληψη του Κολόμβου και των πρώτων εξερευνητών, οι οποίοι, πλέοντας προς τα Δ, πίστευαν ότι είχαν φτάσει στη νοτιοανατολική Ασία και συγκεκριμένα στις Ινδίες. Ανατολικές Ι. (East Indies). Ονομασία με την οποία προσδιορίζονται τα νησιά του Μαλαϊκού αρχιπελάγους (Σουμάτρα, Ιάβα, Νέα Γουινέα, Βόρνεο, Σουλαβέσι), που ανήκουν στα κράτη Μαλαισία, Ινδονησία, Παπούα-Νέα Γουινέα, Μπρουνέι. Παλαιότερα, ο όρος αυτός είχε καθιερωθεί για την Ινδία. Η μορφολογία των Ανατολικών Ι., οι οποίες από το ένα μέρος αποτελούν συνέχεια των αναγλύφων της χερσονήσου της Ινδοκίνας και από το άλλο συνδέονται με εκείνα της Ιαπωνίας και της Νέας Γουινέας, οφείλεται στη συνάντηση των πτυχώσεων της ιμαλαϊανοϊνδοκινεζικής συρρίκνωσης, που είναι φανερή στα νησιά της Σούνδης και των γύρω από τον Ειρηνικό γεωσυγκλινικών πτυχώσεων, ένα τμήμα των οποίων αποτελούν οι Φιλιππίνες. Η περιοχή, για μεγάλο χρονικό διάστημα, είχε τεκτονικές αναστατώσεις και ύστερα κατακλύστηκε από τη θάλασσα που κάλυψε μεγάλο μέρος της. Εντονότατη υπήρξε η ηφαιστειακή δράση, που μαρτυρείται από την ύπαρξη εκατοντάδων ηφαιστείων, πολλά από τα οποία είναι ακόμη ενεργά. Οι νησιωτικές Ι. έχουν ορεινό έδαφος και η ψηλότερη κορυφή βρίσκεται στον γρανιτικό όγκο του Κιναμπάλου (4.102 μ.), στη βόρεια Βόρνεο. Οι πιο εκτεταμένες πεδιάδες βρίσκονται στο ανατολικό τμήμα της Σουμάτρα και της Βόρνεο. Λόγω της γεωγραφικής τους θέσης (μεταξύ 20° βόρειου πλάτους και 10° νότιου) στον Ισημερινό, το κλίμα τους είναι θερμό και υγρό όλο τον χρόνο, με παραλλαγές που οφείλονται στα διάφορα ύψη και στους ανέμους (αληγείς και μουσώνες). Το κλίμα αυτό ευνοεί την οργιώδη βλάστηση· στις Ανατολικές Ι. υπάρχουν εκτεταμένα και πυκνά τροπικά δάση. Δυτικές Ι. (West Indies). Ονομασία του αρχιπελάγους που αποτελείται από τις Μεγάλες, τις Μικρές Αντίλλες και τις Μπαχάμες. Βλ. λ. Αμερική· Αντίλλες· Καραϊβική θάλασσα· Ηνωμένο Βασίλειο (Ιστορία).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ινδίες — οι βλ. Ινδία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ανατολικές Ινδίες — Κοινή ονομασία της Ινδίας και του νησιωτικού συμπλέγματος της Σούδας, των Μολούκων και των Φιλιππίνων …   Dictionary of Greek

  • Δυτικές Ινδίες — (West Indies). Παλαιότερη ονομασία για τις βρετανικές αποικίες των νησιών της Καραϊβικής θάλασσας. Βλ. λ. Καραϊβική· Αντίλλες …   Dictionary of Greek

  • εξερευνήσεις, γεωγραφικές — Ταξίδια σε μακρινούς και άγνωστους τόπους, που από τα πανάρχαια χρόνια επιχειρούσε ο άνθρωπος για οικονομικούς, πολιτικούς, στρατιωτικούς και άλλους λόγους ή ακόμα –ιδιαίτερα κατά τους νεότερους χρόνους– για επιστημονική έρευνα. Το εμπορικό όμως… …   Dictionary of Greek

  • αποικιοκρατία — Ο όρος αποικία, με το σύγχρονο περιεχόμενό του, σημαίνει μια εδαφική μονάδα έξω από τα γεωγραφικά όρια ενός κράτους, προς το οποίο συνδέεται με δεσμούς εξάρτησης τόσο στο διοικητικό όσο και στο οικονομικό πεδίο. Η ιστορία της δημιουργίας αποικιών …   Dictionary of Greek

  • Γκάμα, Βάσκο ντα- — (Vasco da Gama, Σίνες, Μπάιχο Αλεντέζο 1469; – Κοτσίν, Ινδία 1524). Πορτογάλος θαλασσοπόρος. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών, αλλά από νεαρή ηλικία ακολούθησε σταδιοδρομία ναυτικού. Πήρε μέρος σε μερικές πορτογαλικές εξερευνητικές αποστολές κατά …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Ασιατικής Τέχνης (Κερκύρας) — Η μοναδική στην Ελλάδα και μία από τις πλουσιότερες στην Ευρώπη συλλογές έργων τέχνης της Ασίας, η οποία αποτελείται από έντεκα χιλιάδες περίπου αντικείμενα, εκτίθεται και πάλι ύστερα από πολλά χρόνια. Το ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου,… …   Dictionary of Greek

  • Θωμάς — I Ένας από τους δώδεκα Απόστολους. Ονομαζόταν και Δίδυμος. Καταγόταν πιθανότατα από τη Γαλιλαία, όπως και όλοι οι μαθητές του Ιησού. Στους αποστολικούς καταλόγους των Ευαγγελίων, ο Θ. αποτελεί ζεύγος με τον Ματθαίο, ενώ στις Πράξεις των Αποστόλων …   Dictionary of Greek

  • δρυοκολάπτης — Κοινή ονομασία πτηνών της οικογένειας των δρυοκολαπτιδών, που είναι η σπουδαιότερη της τάξης των δρυοκολαπτομόρφων. Οι δ. διακρίνονται για ορισμένες συνήθειες και ανατομικές ιδιαιτερότητές τους. Αναρριχώνται με ευκολία στους κορμούς των δέντρων,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”